Η γηπεδούχος ομάδα σκοράρει στο 85ο λεπτό και μειώνει το σκορ. Ο εκφωνητής ακούγεται από τα μεγάφωνα: «Το γκολ της ομάδας μας ο Ντίνις»... Και περιμένεις να ακούσεις το επώνυμο, ως είθισται, τρεις φορές, στη μόδα που ήρθε και στα ελληνικά γήπεδα και, δυστυχώς, ακόμα και στην Τούμπα. Αλλά μένει κρεμασμένος στην ηχώ του ο εκφωνητής, δεν ακούγεται το επώνυμο από κανέναν οπαδό της Ξάνθης, στην πιο αμήχανη, υποθέτω, στιγμή που έχει ζήσει αυτό το γήπεδο από τότε που χτίστηκε: Οι λιγοστοί οπαδοί («οπαδοί») των γηπεδούχων έχουν εξαφανιστεί, ήδη από το 70’, όταν και είχε αρχίσει η αποχώρηση κάτι λιγοστών μπαμπάδων με παιδάκια που φορούσαν κόκκινα, ομοιόμορφα μπουφάν, κάτι παπάδων και κάτι θειάδων, εκ των οποίων η μία φορούσε ένα κόκκινο κασκόλ.
Ασπρόμαυρη απόβαση στο πέταλο, ασπρόμαυρη απόβαση στο ισιάδι των φιλοξενούμενων, ασπρόμαυρη απόβαση στο ισιάδι των γηπεδούχων, ασπρόμαυρη απόβαση στα επίσημα -τι πίστευε ο εκφωνητής, άραγε, πως θα λάβει ως απάντηση όταν προσπάθησε να «ξεσηκώσει» την κερκίδα φωνάζοντας το μικρό όνομα του σκόρερ; Για πόσο fair play οπαδούς έχει τους Παοκτσήδες, να θεώρησε πως θα σταματήσουμε το «Πρωτάθλημα και Κύπελλο στον Πύργο τον Λευκό» και θα φωνάξουμε «Αλμέιδα» τρεις φορές; Θα είχε ακούσει, νωρίτερα, στην πλατεία, που φωνάζαμε άλλο σύνθημα που τελειώνει με «τρεις φορές» και θα μπερδεύτηκε.