Από τη μία, έχουμε έναν άνθρωπο που κατηγορείται από την Ελληνική Δικαιοσύνη, κατόπιν ερευνών, ανακρίσεων, καταθέσεων, ηχογραφήσεων, μαρτύρων, πως είναι ο μεγαλύτερος εγκληματίας που υπήρξε ποτέ στην ιστορία της χώρας: Πως έκανε εμπόριο ηρωίνης, όντας υπεύθυνος για χιλιάδες θανάτους, πως διηύθυνε εγκληματική οργάνωση αποφασίζοντας για γεγονότα που έστελναν δεκάδες, εκατοντάδες εκατομμυρίων σε όποια κατεύθυνση ήθελε, διαχειριζόταν ζωές, καριέρες και υπολήψεις, δωροδοκούσε, εκβίαζε, εξαφάνιζε. Ή και όχι -το τεκμήριο αθωότητας ισχύει ως την τελευταία απόφαση του τελευταίου δικαστηρίου. Αλλά από τον Ιούνιο του 2015 πρέπει να συλληφθεί μόλις ασχοληθεί με το ποδόσφαιρο και δεν τον συλλαμβάνει κανείς -ένα δείγμα της γενικότερης πολιτικής σαπίλας που δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς Έλληνας πολίτης.
Από την άλλη, έχουμε έναν άνθρωπο που κατηγορείται από μια επταμελή συν επταμελή επιτροπή που έγινε πενταμελής με αλλαγές των δύο μελών κατά τη διάρκεια της «διερεύνησης» δηλαδή η εξής μία Μαρούπα που της είπαν κάτι περαστικοί στην Ξάνθη, πως είναι ιδιοκτήτης δύο ομάδων. Ή και όχι -η συγκεκριμένη δικαστική περιπέτεια δεν έχει καν αρχίσει. Η δική του συμπεριφορά, όταν τιμωρήθηκε με απαγόρευση εισόδου στους αγωνιστικούς χώρους, ήταν επίσης ενδεικτική: Ζήτησε δημόσια συγνώμη και δεν μπήκε σε αγωνιστικούς χώρους.
Και στη μέση, το «Κράτος», η «Κυβέρνηση», που «θέλει να ρίξει τους τόνους». Ανάμεσα στον πρώτο και τον δεύτερο, το βασικό μέλημα είναι η «ισορροπία» -το ίδιο είναι γι' αυτούς, δηλαδή, απλώς δύο «επιχειρηματίες με αντικρουόμενα συμφέροντα που εκπροσωπούν τον κόσμο δύο συλλόγων και δύο πόλεων», ας πούμε, στη λιγότερο σανοφαγική εκδοχή. Βασικό μέλημα η «κοινωνική συνοχή», που θα παίξει ως καραμέλα για καιρό στο κυβερνητικό «έργο». Επίσης ενδεικτική η δήλωση του εκπροσώπου της, πως «στη Δημοκρατία δεν χωράει βία», ενώ έχει περάσει ένα σαρωτικό εξάμηνο διαρκούς βίας στους δρόμους, τις καταλήψεις, τις γειτονιές, ενώ έχει χαράξει τίτλο κυβερνητικής πολιτικής ο ίδιος ο υπουργός της πως «το ξύλο είναι αναγκαίο» μόλις δυο μήνες πριν. Η βία δεν χωράει στη Δημοκρατία, είπε ο Πέτσας απευθυνόμενος στα σπρέι των Παοκτσήδων. Αναμένεται διευκρινιστική του δήλωση περί της έννοιας «Δημοκρατία», όσο κουνιούνται οι μπίλιες ανακατεύοντας τα φιαλίδια.
«Να πέσουν οι τόνοι»; Γιατί να πέσουν οι τόνοι; Επειδή το νομοθετικό πραξικόπημα της προηγούμενης εβδομάδας θα έκανε ως και τον Χότζα να γελάει από αμηχανία; Επειδή ξεσκεπάστηκε σχεδόν αμέσως όλη η ερασιτεχνική φάρσα απονομής του τίτλου στον Ολυμπιακό με κάθε τρόπο; Επειδή όταν δεν ακούγονται φωνές η Κανονικότητα μπορεί να λειτουργεί με την ησυχία της; «Να πέσουν οι τόνοι», ποιοι τόνοι, αυτοί που σηκώνει ο Πειραιάς διαμαρτυρόμενος πως δεν αντέχει άλλη δικαιοσύνη και πρέπει να επιστρέψουμε στο status της ποδοσφαιρικής δικτατορίας ή αυτοί που σηκώνει η Θεσσαλονίκη, απαιτώντας να χάνει και να κερδίζει μέσα στις τέσσερις γραμμές και να της απαγορευθεί να διεκδικεί τη νίκη, την ισοπαλία ή την ήττα αν αποδειχθεί πως δεν παίζει με τους όρους του παιχνιδιού;
Δύο τόνοι, δύο σταθμά, που έλεγε εκείνο το περίφημο γραφίτι. Η χειρότερη κυβέρνηση που πήρε δημοκρατικά την εξουσία από τότε που με θυμάμαι συνεχίζει να μας κοροϊδεύει μέσα στα μούτρα μας. Επειδή, απλώς, μπορεί. Και επειδή, απλώς, τουλάχιστον ένας στους τρεις από αυτούς που τη βρίζουν την έχει ψηφίσει πριν λίγους μήνες και κοροϊδεύει κι αυτός τον εαυτό του.