Πρώτη φορά στις τόσες δεκαετίες που παρακολουθώ τον ΠΑΟΚ ένας προπονητής μας προαναγγέλλει μια ήττα και έναν αποκλεισμό από τη συνέχεια των play-off. Ταυτόχρονα, πρώτη φορά ένας προπονητής μας εμφανίζεται τόσο ειλικρινής, στα όρια του κυνισμού, της απογοήτευσης, της παραίτησης, της αγανάκτησης -αλλά δίχως να ξεπερνάει κανένα. Έχω αδικήσει τον Ηλία Παπαθεοδώρου με την προσωπική μου οπτική τον πρώτο του καιρό στην ομάδα, αλλά αναθεώρησα γρήγορα: Με ανάγκασε να το κάνω η αγωνιστική του συμπεριφορά και ο χαρακτήρας που έδειξε στη συνέχεια, από τα μέσα της περασμένης σεζόν έως το προηγούμενο Σάββατο που εμφανίστηκε -για άλλη μια φορά- συνεπής στο πιο μάταιο ταξίδι του ΠΑΟΚ των τελευταίων χρόνων στο Πρωτάθλημα.
Ανεξάρτητα από τους λόγους που έριξαν την ομάδα στο μεγαλύτερο αδιέξοδο της σύγχρονης μνήμης, η χρονιά ξεκίνησε -και συνέχισε, ως ένα σημείο- με τις μεγαλύτερες ελπίδες για το ένα βήμα παραπέρα. Τελικός Κυπέλλου μετά από είκοσι χρόνια, ήττα μιας κακής, άτυχης βραδιάς που στέρησε την είσοδο στους οκτώ της (έστω) δευτεροτρίτης κατηγορίας της Ευρώπης, διάλυση στο τέλος, λίγο πριν ο ΠΑΟΚ των απλήρωτων παικτών, των εξώσεων, των αποχών και της καθημερινής σισύφειας προσπάθειας να κρατηθεί αξιοπρεπής καθίσει στην τρίτη θέση της Κανονικής Περιόδου και διεκδικήσει την είσοδό του στους τελικούς για πρώτη φορά από τότε που κάποιοι παίκτες του προχθές ήταν αγέννητοι. Δεν άντεξε να πιέζεται άλλο η κατάσταση, έσκασε κάποια στιγμή και η έκρηξη τα ισοπέδωσε όλα.
Τη χρονιά που ο Παοκτσής είδε Πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο μετά από τριάντα τέσσερα χρόνια, είδε το βόλεϊ να πρωταγωνιστεί για πέμπτη συνεχόμενη σεζόν, το χάντμπολ να βρίσκεται ακόμα ψηλά και το πόλο να επιπλέει άνετα, στον μικρό ορίζοντα δημοφιλίας που τους αναλογεί, η πιο «δοξασμένη» σε όρους διεθνούς αναγνώρισης φανέλα πετάχτηκε σαν πατσαβούρα στη γωνιά από παίκτες που έφυγαν, διοίκηση που δεν έχει δυνατότητα να κάνει οτιδήποτε, κόσμο που είναι φευγάτος από καιρό. Ήρθε και η τραγωδία στο γενικό πλαίσιο του ελληνικού μπάσκετ και σκέπασε με ακόμα περισσότερο σκοτάδι το σκοτάδι του μπασκετικού ΠΑΟΚ -αντί, ίσως, να γίνει το ακριβώς αντίθετο.
Έχοντας ζήσει από κοντά τα τελευταία χρόνια, δεν έχω καμία πικρία μέσα μου για την πορεία της ομάδας. Θεωρώ πως έφτασε όσο ψηλότερα μπορούσε να φτάσει, λαμβάνοντας υπόψη κάθε παράμετρο της αγωνιστικής, οικονομικής και ανταγωνιστικής συγκυρίας στο ελληνικό και ευρωπαϊκό καλαθοσφαιριστικό πλαίσιο. Στενοχωριέμαι που δεν βρέθηκε, δεν βρίσκεται και, λογικά, δεν θα βρεθεί λύση στο διοικητικό, αγωνιώ για το αύριο, το κυριολεκτικό αύριο και μεθαύριο τόσο το δικό μας όσο και των υπόλοιπων που ομορφαίνουν τα Σάββατα όσων επιμένουμε να αντλούμε «ψυχαγωγία» και να περνάμε καλά στα άδεια γήπεδα της Basket League παρά την εμφανή έλλειψη στοιχειώδους πνεύματος ανταγωνισμού λόγω της ηγεμονίας του αθλήματος από τους δύο που εναλλάσσονται στη χουλιγκάνικη επιρροή επί της μπασκετικής εξουσίας. Η μόνη μου δύσκολη, πραγματικά αβάσταχτη σκέψη είναι που δεν θα μάθω ποτέ πού θα μπορούσε να φτάσει η φετινή ομάδα αν όλα κυλούσαν ομαλά κι αν στη διοίκηση του ΠΑΟΚ βρισκόταν μια άλλη διοίκηση -ο ιδιοκτήτης της Κύμης, του Προμηθέα, του Λαυρίου, του Ήφαιστου, κάποιος που να είχε εγγυηθεί στους εργαζόμενους της ομάδας πως ο βασικός λόγος για τον οποίο αγωνίζονται, ο μισθός τους, θα καταβάλλεται όπως πρέπει να καταβάλλεται για κάθε εργαζόμενο.
Επανερχόμενος στην πραγματικότητα, το μόνο που νιώθω πως έχω υποχρέωση να κάνω αύριο, στο πρώτο παιχνίδι της ιστορίας του ΠΑΟΚ που έχει προαναγγελθεί πως η ομάδα θα ηττηθεί, είναι να είμαι παρών και να τη χειροκροτήσω. Επειδή, απλώς, θα έχει σταθεί όρθια, ως το τέλος. Ματωμένη, πληγωμένη, απαξιωμένη, αλλά όρθια. Ποιος έχει χάσει ποτέ όρθιος -κανείς.